Φωτογραφικό ταξίδι στην ιστορία της Σκιάθου.....otisimvenistinskiathonews.GR
του ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΣΕΜΕΡΓΕΛΗΣ
Με την ευχή να είναι καλοτάξιδο, κυκλοφόρησε εδώ και δύο εβδομάδες το λεύκωμα «Φωτομνήμες που μας ταξιδεύουν…», που εξέδωσε το Μουσείο Ναυτικής και Πολιτιστικής Παράδοσης Σκιάθου και περιλαμβάνει ένα εξαιρετικό φωτογραφικό αφιέρωμα στο νησί του Παπαδιαμάντη.
Πίσω από το λεύκωμα βρίσκεται ο κ. Γιάννης Παρίσης, εμπνευστής και ιδρυτής του Μουσείου. Ο απόμαχος Σκιαθίτης ναυτικός στις αρχές Οκτωβρίου είδε να παίρνει σάρκα και οστά ένα όνειρο πολλών χρόνων. Το λεύκωμα για τον 79χρονο νησιώτη, ο οποίος στο παρελθόν εργάστηκε ως πλοίαρχος του Εμπορικού Ναυτικού, είναι έργο ζωής, με τον κ. Παρίση να αφήνει μία σπουδαία παρακαταθήκη στον τόπο που αγαπά.
Πίσω από το λεύκωμα βρίσκεται ο κ. Γιάννης Παρίσης, εμπνευστής και ιδρυτής του Μουσείου. Ο απόμαχος Σκιαθίτης ναυτικός στις αρχές Οκτωβρίου είδε να παίρνει σάρκα και οστά ένα όνειρο πολλών χρόνων. Το λεύκωμα για τον 79χρονο νησιώτη, ο οποίος στο παρελθόν εργάστηκε ως πλοίαρχος του Εμπορικού Ναυτικού, είναι έργο ζωής, με τον κ. Παρίση να αφήνει μία σπουδαία παρακαταθήκη στον τόπο που αγαπά.
Το καλαίσθητο λεύκωμα, το οποίο επιμελήθηκε η γραφίστρια Άννα Ταχτσή από τη Σκιάθο, είναι 296 σελίδες, έχει σκληρόδετο εξώφυλλο, ενώ τυπώθηκε στη «Νίκη Εκδοτική». Είναι διανθισμένο με 600 περίπου φωτογραφίες, καλύπτοντας μία μακρά περίοδο για το νησί. «Απαιτήθηκαν τρία χρόνια για να ολοκληρωθεί η έκδοση. Δούλεψα σκληρά για να κυκλοφορήσει το λεύκωμα. Είχαμε μεγάλη βοήθεια από τους αδερφούς Δερβένη, επιχειρηματίες στο νησί. Το «Skiathos Palace» ήταν ο μεγάλος χορηγός μας, χωρίς φυσικά να παραβλέπουμε την πολύτιμη συνδρομή και των υπόλοιπων», εξομολογήθηκε ο καπετάν-Γιάννης, ο οποίος υπογράμμισε πως οι «Φωτομνήμες που μας ταξιδεύουν…», παρουσιάζουν μοναδικά τεκμήρια για τη ζωή στη Σκιάθο του παρελθόντος. «Το λεύκωμα είναι χωρισμένο σε 14 ενότητες και αποτυπώνει την καθημερινότητα των Σκιαθιτών από τον 19ο αιώνα, μέχρι τον πρώτο καιρό της Μεταπολίτευσης, οπότε και σταματά το φωτογραφικό μας ταξίδι», συμπλήρωσε με νόημα, ενώ έπειτα αναφέρθηκε σ’ ένα πολύ σημαντικό στοιχείο της έκδοσης: «Το λεύκωμα είναι δίγλωσσο. Γράφτηκε στα ελληνικά και τα αγγλικά. Ο στόχος μας ήταν προφανής, αφού θα ανοίξει τα φτερά του κι εκτός ελληνικών συνόρων, κυρίως μέσω των ξένων που μένουν μόνιμα στο νησί, αλλά και των επισκεπτών που έχουμε κάθε χρόνο από κάθε γωνιά του κόσμου».
Ξεφυλλίζοντας τις πρώτες σελίδες του λευκώματος, μετά τα λόγια που έγραψε ο Γιάννης Παρίσης, ακολουθεί το σημείωμα του Σκιαθίτη εικαστικού Γιάννη Μιχαηλίδη, με τον πρόεδρο του Ναυτικού Μουσείου να σημειώνει: «Με τον Γιάννη είμαστε παιδικοί φίλοι. Μία ηλικία έχουμε άλλωστε. Πήρα πολλές ιδέες από εκείνον. Τώρα είναι στην Αθήνα. Έλαβε το βιβλίο και κάθε μέρα μιλάμε στο τηλέφωνο. Με παίρνει και μου λέει: «Θυμάσαι εκείνη τη φωτογραφία; Ήμασταν εκεί και τα βλέπαμε μαζί…». Πολλά πράγματα τα θυμάμαι σαν παιδί. Κοιτάζοντας μία φωτογραφία, μπορώ και «ταξιδεύω» νοερά πίσω στον χρόνο. Εξ ου και ο τίτλος που επέλεξα για το λεύκωμα. Κάθε φωτογραφία μας ταξιδεύει πίσω στον χρόνο, για τη Σκιάθο και τους ανθρώπους που γνώρισα κάποτε».Αρκετές από τις παλαιότερες φωτογραφίες απεικονίζουν τοπία του νησιού των Βορείων Σποράδων. Στις υπογραφές μπορεί κάποιος να διακρίνει τα ονόματα των Στουρνάρα και Διαμαντόπουλου, αλλά και του Σίμου Λαδόπουλου, γνωστού φωτογράφου από τη Σκόπελο. Ο κύριος, όμως, όγκος του φωτογραφικού αρχείου προέρχεται από ντόπιους, με τον κ. Παρίση να τονίζει: «Πηγαίναμε από σπίτι σε σπίτι για να συγκεντρώσουμε το υλικό, ενώ ένα μεγάλο κομμάτι, προήλθε από την αγορά του αρχείου του Νίκου Μαστρογιάννη από τα Λεχώνια. Στο νησί δεν υπήρχε κάποια οργανωμένη συλλογή, π.χ. από κάποια λέσχη ή σωματείο, αλλά βρέθηκε άκρη από τον απλό κόσμο. Όσοι πάρουν το λεύκωμα στα χέρια τους μπορούν να δούνε πολλά πράγματα. Μεταξύ άλλων συμπεριλάβαμε αγαπημένα μας θέματα, όπως είναι τα καρνάγια, ο Σκιαθίτης και η θάλασσα, τα ταξίδια, η παραδοσιακή φορεσιά, θρησκευτικές και κοινωνικές εκδηλώσεις, επαγγέλματα, η οδός Παπαδιαμάντη όταν δεν υπήρχε σαν δρόμος, αλλά ήταν ρυάκι, εκδρομές και πανηγύρια, σχολικές και στρατιωτικές αναμνήσεις, καφενεία και καθημερινή ζωή. Κι επειδή τα πιο πολλά έχουν χαθεί, αυτός ήταν ο λόγος που ήθελα να το κάνω. Αφήνω μία κληρονομιά για το νησί. Εάν δεν τα συγκέντρωνα, τώρα δεν θα είχαν εκδοθεί. Όμως τώρα έγιναν κτήμα όλων». Κλείνοντας δε, ο καπετάν-Γιάννης κράτησε το… καλύτερο για το τέλος: «Ελπίζουμε να γίνει και δεύτερος τόμος. Κι αυτό το λέω με αισιοδοξία, γιατί υπάρχει άπειρο υλικό».
πηγή: e-thessalia.gr - Εφημερίδα "Θεσσαλία"
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου